-
1 αυτά
ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: neut acc plαὑτά̱, ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: fem acc dual——————ἀϋ̱τά̱, ἀυτήcry: fem nom /voc /acc dualἀϋ̱τά̱, ἀυτήcry: fem nom /voc sg (doric aeolic)——————αὐτόςself: neut nom /voc /acc plαὐτά̱, αὐτόςself: fem nom /voc /acc dualαὐτά̱, αὐτόςself: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
2 ἀυτά
1 crya musical sound ]γάρ σε λιγυσφαράγων κλυτᾶν ἀυτά, Ἑκαβόλε, φορμίγγων fr. 140a. 60 (34). ἐρεθίζομαι πρὸς ἀυτά[ν (Lobel: e Plutarcho ἀοιδάν subst. G-H.) fr. 140b. 14.b battle-cry i. e. rush of warἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς N. 9.35
-
3 αυτά
ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: fem dat sg (doric aeolic)——————αὐτόςself: fem dat sg (doric aeolic) -
4 αυτα
-
5 αὐτά
Βλ. λ. αυτά -
6 αὑτά
Βλ. λ. αυτά -
7 ἀυτά
Βλ. λ. αυτά -
8 αὐτᾷ
Βλ. λ. αυτά -
9 αὑτᾷ
Βλ. λ. αυτά -
10 αὐτὰ
ихэто этим них тому же эти то же это же им этому [что] те же само αὐτάΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > αὐτὰ
-
11 αὐτά
ихэто эти им этим них то же этому αὐτὰΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > αὐτά
-
12 Αυτά που θες ξενέρωτος, τα κάνεις μεθυσμένος
То, чего хочешь трезвым, делаешь, будучи пьяным• Что у трезвого на уме, то у пьяного на языке ( в действии)Источник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Αυτά που θες ξενέρωτος, τα κάνεις μεθυσμένος
-
13 αυτά
themΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > αυτά
-
14 παρ-αυτά
παρ-αυτά, adv. statt παρ' αὐτά, wie es auch geschrieben wird, auf frischer That, sogleich, augenblicklich, vollständig, παρ' αὐτὰ τὰ πράγματα τὰ γιγνόμενα, vgl. Lob. Phryn. 47; so Aesch. Ag. 719; παραυτὰ μὲν ἐσιώπησε, τῇ δ' αὔριον, Pol. 24, 5, 11; τῆς παραυτὰ χρείας, Luc. Amor. 33; Sp. Häufiger ist das Folgde.
-
15 Απ' αυτά σου κι απ' αυτά σου εμακρύνανε τ' αυτιά σου
• Где растяпа да тетеря, там не прибыль, а потеряИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Απ' αυτά σου κι απ' αυτά σου εμακρύνανε τ' αυτιά σου
-
16 αυτοί
οι φίλοι του τον εγκατέλειψαν даже друзья покинули его;αυτοί ούτος ο κατηγορούμενος ομολογεί, ότι είναι ένοχος — даже сам обвиняемый признаёт себя виновным;
8) вот этот, вот эта, вот это;αυτοίό το καρπούζι θ' αγοράσω — вот этот арбуз я куплю;
9) таков, такова, таково;αυτοίή είναι η αλήθεια — такова правда;
αυτοίά είναι τα νέα — таковы новости;
10):αυτοί καθ' εαυτός, (αύτη καθ' εαυτή, αυτό καθ' εαυτό) — сам (сама, само) по себе;
αυτοίή καθ' εαυτή η πρόταση είναι καλή — само по себе это предложение хорошее;
11) книжн, (мест, притяж. 3 л.) его, её, их;τό τέκνον αύτοϋ его дитя; § κατ' αύτάς на днях (о прошлом и о будущем); γι' αυτό или δι' αυτό поэтому, потому; ради этого; παρ' όλα αυτά при всём этом; несмотря на всё это;τό αυτοίό — делайте, повторяйте то же самое (гимнастическая команда);
αυτά κι' αυτά σε κύμανε να χάσεις τη θέση σου как раз из-за этих твоих слов (поступков) ты и потерял работу;μ' αυτά και μ'αΰτά πήρε ο νοδς σου αέρα вот это и вскружило тебе голову; απ' αυτά σου κι' απ? αυτά σου εμακρύνανε τ' αφτιά σου посл. где растяпа да тетеря, там не прибыль, а потеря -
17 αὐτός
Aαὐτόν Leg.Gort. 3.4
, al.), reflexive Pron., self:—in oblique cases used for the personal Pron., him, her, it:—with Art., ὁ αὐτός, ἡ αὐτή, τὸ αὐτό (also ταὐτόν), etc., the very one, the same.I self, myself, thyself, etc., acc. to the person of the Verb: freq. joined with ἐγώ, σύ, etc. (v. infr. 10),1 one's true self, the soul, not the body, Od.11.602; reversely, body, not soul, Il.1.4; oneself, as opp. others who are less prominent, as king to subject, 6.18; Zeus to other gods, 8.4; bird to young, 2.317; man to wife and children, Od.14.265; warrior to horses, Il.2.466, or to weapons, 1.47; shepherd to herd, Od.9.167, cf. Il.1.51; Trojans to allies, 11.220; seamen to ships, 7.338: generally, whole to parts, ib. 474; so laterἡ σίδη καὶ αὐτὴ καὶ τὰ φύλλα Thphr.HP4.10.7
, cf. X.Ath.1.19, Pl.Grg. 511e, etc.;αὐτή τε Μανδάνη καὶ τὸν υἱὸν ἔχουσα X.Cyr.1.3.1
;αὐ. τε καὶ τὰ ποιήματα βουλόμενος ἐπιδεῖξαι Pl.R. 398a
: abs., the Master, as in the Pythag. phrase Αὐτὸς ἔφα, Lat. Ipse dixit; so τίς οὗτος.. ;— Αὐτός, i.e. Socrates, Ar.Nu. 218; ἀναβόησον Αὐτόν ib. 219;ἀνοιγέτω τις δώματ'· Αὐτὸς ἔρχεται
the Master,Id.
Fr. 268, cf. Pl.Prt. 314d, Thphr.Char.2.4, Men.Sam.41:αὐ. ἀϋτεῖ Theoc.24.50
: neut., αὐτὸ σημανεῖ the result will show, E.Ph. 623;αὐτὸ δηλώσει D.19.157
;αὐτὰ δηλοῖ Pl.Prt. 329b
; αὐτὸ διδάξει ib. 324a; esp.αὐτὸ δείξει Cratin. 177
, Pl.Hp.Ma. 288b, cf. Tht. 200e; in full,τάχ' αὐτὸ δείξει τοὔργον S.Fr. 388
;τοὔργον τάχ' αὐτὸ δείξει Ar.Lys. 375
; redupl., ; of things, the very, ὑπὸ λόφον αὐτόν, i.e. just, exactly under.., Il.13.615; πρὸς αὐταῖς ταῖς θύραις close by the door, Lys.12.12; αὐτὸ τὸ δέον the very thing needed, X. An.4.7.7; ; αὐτὸ τὸ περίορθρον the point of dawn, Th.2.3; αὐτὰ τὰ ἐναντία the very opposite, X.Mem. 4.5.7;αὐτὰ τὰ χρήσιμα καὶ ἀναγκαῖα D.H.Th.23
; even,οὔ μοι μέλει ἄλγος οὔτ' αὐτῆς Ἑκάβης Il.6.451
; .—In these senses αὐτός in Prose either precedes both the Art. and Subst., or follows both, e.g. αὐτὸς ὁ υἱός or ὁ υἱὸς αὐτός. The Art. is sts. omitted with proper names, or Nouns denoting individuals,αὐτὸς Μένων X.An.2.1.5
; αὐτὸς βασιλεύς ib.1.7.11.2 of oneself, of one's own accord,ἀλλά τις αὐ. ἴτω Il.17.254
; ;καταπαύσομεν· οἱ δὲ καὶ αὐτοὶ παυέσθων Od.2.168
;ἥξει γὰρ αὐτά S.OT 341
; also, in person,τῶν πραγμάτων ὑμῖν.. αὐτοῖς ἀντιληπτέον D.1.2
.3 by oneself or itself, alone, αὐτός περ ἐών although alone, Il.8.99; αὐτὸς ἐγείναο παῖδ', i.e. without a mother, 5.880, cf. Hes.Th. 924; by himself,Hdt.
5.85; αὐτοὶ γάρ ἐσμεν we are by ourselves, i.e. among friends, Ar.Ach. 504, cf. Th. 472, Pl.Prm. 137b, Herod.6.70, Plu.2.755c, Luc. DDeor.10.2;αὐτοῖς τοῖς ἀνδράσι.. ἢ καὶ τοῖς ἄλλοις X.An.2.3.7
;ἄνευ τοῦ σίτου τὸ ὄψον αὐτὸ ἐσθίειν Id.Mem.3.14.3
;τὸν τρίβωνα ὃν αὐτὸν φορεῖ Thphr.Char.22.13
(prob.); αὐτὰ γὰρ ἔστιν ταῦτα these and no others, Emp.21.13, al.: strengthd., αὐτὸς κτήσατο οἶος himself alone, Od.14.450; αὐτὸς μόνος, v. μόνος II; αὐτὸς καθ' αὑτόν, v. ἑαυτοῦ.4 in Philosophy, by or in itself, of an abstract concept or idea,δίκαιον αὐτό Pl.Phd. 65d
;αὐτὸ τὸ ἕν Id.Prm. 143a
, al., cf. Arist. Metaph. 997b8: neut., αὐτό is freq. in this sense, attached to Nouns of all genders,οὐκ αὐτὸ δικαιοσύνην ἐπαινοῦντες ἀλλὰ τὰς ἀπ' αὐτῆς εὐδοκιμήσεις Pl.R. 363a
; less freq. with Art.,τί ποτ' ἐστὶν αὐτὸ ἡ ἀρετή Id.Prt. 360e
; more fully, εἰ αὐτὸ τοῦτο πατέρα ἠρώτων, ἆρα ὁ πατήρ ἐστι πατήρ τινος, ἢ οὔ; Id.Smp. 199d; ἀδελφός, αὐτὸ τοῦτο ὅπερ ἔστιν the ideal, abstract brother, ibid.e: later, in compos., αὐτοαγαθόν, αὐτοάνθρωπος, etc. (q. v.), cf. Arist.Metaph. 1040b33; less freq. agreeing with the Subst., , etc.; doubled,ἐκ τῆς εἰκόνος μανθάνειν αὐτήν τε αὐτήν, εἰ καλῶς εἴκασται
its very self,Id.
Cra. 439a.5 in dat. with Subst., in one, together, ἀνόρουσεν αὐτῇ σὺν φόρμιγγι he sprang up lyre in hand, Il.9.194; αὐτῇ σὺν πήληκι κάρη helmet and all, 14.498, cf. Od.13.118;αὐτῷ σὺν ἄγγει E. Ion 32
, cf. Hipp. 1213; also withoutσύν, αὐτῇ κεν γαίῃ ἐρύσαι Il.8.24
: so freq. in Prose and Poetry, αὐτοῖς ἀνδράσι men and all, Hdt.6.93; αὐτοῖσι συμμάχοισι allies and all, A.Pr. 223 (lyr.); : with Art., ;αὐτοῖσι τοῖς πόρπαξι Ar.Eq. 849
, etc.;αὐτοῖς τοῖς ἵπποις κατακρημνισθῆναι X.Cyr.1.4.7
.6 added to ordinal Numbers, e.g. πέμπτος αὐτός himself the fifth, i. e. himself with four others, Th.1.46, cf. 8.35, X.HG2.2.17, Apoc.17.11, etc.:— αὐτός always being the chief person.7 freq. coupled withοὗτος, τοῦτ' αὐτό ἐστι τὸ ζητηθέν Pl.Plt. 267c
, etc.;αὐτὸ τοῦτο μόνον Id.Grg. 500b
; alsoλεγόντων ἄλλο μὲν οὐδέν.. αὐτὰ δὲ τάδε Th.1.139
;πόλεις ἄλλας τε καὶ αὐτὸ τοῦτο τὸ Βυζάντιον X.An.7.1.27
; ταῦτα ἥκω αὐτὰ ἵνα .. Pl.Prt. 310e.9 repeated in apodosi for emphasis,αὐτὸς ἐπαγγειλάμενος σώσειν.. αὐτὸς ἀπώλεσεν Lys.12.68
, cf. A.Fr. 350, X.An.3.2.4.10 in connexion with the person. Pron.,ἐγὼν αὐτός Od.2.194
;σέθεν αὐτοῦ Il.23.312
;νωΐτερον αὐτῶν 15.39
(always divisim in Hom.); folld. by an enclit. Pron.,αὐτόν μιν Od.4.244
; soαὐτὸν γάρ σε δεῖ Προμηθέως A.Pr.86
; alsoαὐτὸς ἔγωγε Pl.Phd. 59b
, etc.:— after Hom. in the oblique cases αὐτός coalesces with the Pron., ἐμαυτοῦ, σεαυτοῦ (these not in Alc. or Sapph., A.D.Pron.80.10 sqq.), ἑαυτοῦ, etc. (q. v.).b with person. Pron. omitted, αὐτός.. ἧσθαι λιλαίομαι, for ἐγὼ αὐτός, Il.13.252; αὐτὸν ἐλέησον, for ἐμὲ αὐτόν, 24.503;αὐτῶν γὰρ ἀπωλόμεθ' ἀφραδίῃσιν Od.10.27
; in 2.33 οἱ αὐτῷ is simply a strengthd. form of οἱ; and so in [dialect] Att., when σὲ αὐτόν, ἐμοὶ αὐτῷ, etc., are read divisim, they are emphatic, not reflexive; in this case αὐτός generally precedes the person. Pron., cf. X.Cyr.6.2.25 with 6.1.14.c with the reflexive ἑαυτοῦ, αὑτοῦ, etc., to add force and definiteness,αὐτὸς καθ' αὑτοῦ A.Th. 406
; αὐτοὶ ὑφ' αὑτῶν ib. 194;αὐτοὶ καθ' αὑτούς X.Mem.3.5.4
;αὐτὸ καθ' αὑτό Pl.Tht. 201e
; sts. between the Art. and reflex. Pron., , cf. Pr. 762; : also κατ' αὐτὺ ([dialect] Boeot. for αὐτοὶ)αὐτῶν IG7.3172.121
(Orchom. [dialect] Boeot.).d αὐτοῦ, αὐτῶν with possess. Pron.,πατρὸς κλέος ἠδ' ἐμὸν αὐτοῦ Il.6.446
;θρῆνον.. ἐμὸν τὸν αὐτῆς A.Ag. 1323
; ; τοῖς οἷσιν αὐτοῦ ib. 1248; ;τοῖς ἡμετέροις αὐτῶν φίλοις X.An. 7.1.29
.e αὐτὸς ἑαυτοῦ with [comp] Comp. and [comp] Sup. Adj.,αὐτὸς ἑωυτοῦ ῥέει πολλῷ ὑποδεέστερος Hdt.2.25
;τῇ εὐρυτάτη ἐστὶ αὐτὴ ἑωυτῆς Id.1.203
.11 αὐτός for ὁ αὐτός, the same, Il.12.225, Od.8.107, 16.138, Pi.N.5.1 (never in Trag.), and in later Prose,αὐταῖς ταῖς ἡμέραις IG 14.966
(ii A. D.), cf. Ev.Luc.23.12.12 [comp] Comp.αὐτότερος Epich.5
: [comp] Sup. his very self,Ar.
Pl.83: neut. pl. αὐτότατα dub. in Phld.Piet.80. Adv., [comp] Comp.αὐτοτέρως Gal.18(2).431
.II he, she, it, for the simple Pron. of 3 pers., only in oblique cases (exc. in later Gk., Ev.Luc.4.15, etc.), and rarely first in a sentence, Pl.La. 194e, and later, Ep.Eph.2.10, etc.: rare in [dialect] Ep., Il. 12.204 (where Hdn. treated it as enclitic), and mostly emphatic, ib.14.457, Od.16.388; so in Trag., E.Hel. 421: in Prose, to recall a Noun used earlier in the sentence,ἐγὼ μὲν οὖν βασιλέα.. οὐκ οἶδα ὅ τι δεῖ αὐτὸν ὀμόσαι X.An.2.4.7
;πειράσομαι τῷ πάππῳ.. συμμαχεῖν αὐτῷ Id.Cyr.1.3.15
;ἄνδρα δὴ.. εἰ ἀφίκοιτο εἰς τὴν πόλιν, προσκυνοῖμεν ἂν αὐτόν Pl.R. 398a
; after a Relative,ὅς κε θεοῖς ἐπιπείθηται.. ἔκλυον αὐτοῦ Il.1.218
;οὓς μὴ εὕρισκον, κενοτάφιον αὐτοῖς ἐποίησαν X.An.6
. 4.9, cf. 1.9.29; esp. where a second Verb requires a change of case in the Pron.,οἳ ἂν ἐξελεγχθῶσι.. ὡς προδότας αὐτοὺς ὄντας τιμωρηθῆναι Id.An.2.5.27
;ἐκεῖνοι οἷς οὐκ ἐχαρίζονθ' οἱ λέγοντες οὐδ' ἐφίλουν αὐτούς D.3.24
; in subdivisions,ὅσοι.. οἱ μὲν αὐτῶν.. X.Cyr.1.1.1
, cf. Pl.Chrm. 168e; later, pleonastically after a Relative,ὧν ὁ μὲν αὐτῶν Call.Epigr.43
, cf. Ev.Luc.3.16, Apoc.7.2, etc.: in S.Ph. 316 αὐτοῖς is emphatic 'in their own persons'.III with Art. ὁ αὐτός, ἡ αὐτή, τὸ αὐτό, and [dialect] Att. [var] contr. αὑτός, αὑτή, ταὐτό and ταὐτόν (as required by the metre, cf. S.OT 734 with 325, and in Prose to avoid hiatus): gen. ταὐτοῦ, dat. ταὐτῷ, pl. neut. ταὐτά; [dialect] Ion. ὡυτός, τὠυτό:—the very one, the same, rare in Hom., Il. 6.391, Od.7.55, 326;ὁ αὐ. εἰμι τῇ γνώμῃ Th.3.38
, cf. 5.75;ἐπὶ τὸ αὐ. αἱ γνῶμαι ἔφερον Id.1.79
: c. dat., to denote sameness or agreement, esp. in Prose,τὠυτὸ ἂν ὑμῖν ἐπρήσσομεν Hdt.4.119
; ; ὁ αὐτὸς τῷ λίθῳ the same as the stone, Pl. Euthd. 298a; ἐν ταὐτῷ εἶναί τινι to be in the place with.., X.An.3.1.27; προσίεσθαί τινα ἐς ταὐτὸ ἑαυτῷ to have a person meet one, ib.30, cf. A.Ch. 210;κατὰ ταὐτὰ τῷ Νείλῳ Hdt.2.20
;τῇ αὐτῇ.. καί Id.4.109
; ;ὁ αὐτός.. ὥσπερ Pl.Phd. 86a
; face to face,Jul.
Or.2.5a0.2 in later Greek, the said, the above-named,Ἡρώδης ὁ αὐ. PLille23.8
(iii B. C.), etc.IV Adverbial phrases:1 simply, merely,Ph.
2.252, etc.;αὐ. μόνον ἐργάτης Luc.Somn.9
;αὐ. μόνον τὸ ὄνομα τῆς φωνῆς A.D.Synt.22.20
.3 αὐτὸ τοῦτο as Adv., PGrenf.1.114 (ii B. C.), 2 Ep.Pet. 1.5;τῆς αὐτὸ τοῦτο κινουμένης σφαίρας Iamb. Comm.Math.17
.4 with Preps., added together, making a total,PLond.
2.196.37 (ii A. D.); together, at the same time,Act.Ap.
14.1, etc.; but just then,Hdn.
1.12.3.V In Compos.:1 of or by oneself, self-.., as in αὐτοδίδακτος, αὐτογνώμων, αὐτόματος: and so, independently, as in αὐτοκράτωρ, αὐτόνομος.2 hence, as a second self, very.., bodily, as with proper names, Αὐτοθαΐς.3 in the abstract, the ideal, v. supr.1.4.4 precisely, as in αὐτόδεκα.5 rarely with reflex. sense of ἀλλήλων, as in αὐτοκτονέω.6 in one piece with, together with, as in αὐτόκωπος, αὐτοχείλης, αὐτόπρεμνος, αὐτόρριζος.7 by itself: hence, only, as in αὐτόξυλος, αὐτόποκος.—For αὐτοῦ, αὐτῶς, etc., v. the respective Arts. -
18 αύθ'
αὖθι, αὖθιon the spot: indeclform (adverb)αὖτε, αὖτεagain: indeclform (adverb)——————αὑτά, ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: neut acc plαὑτά̱, ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: fem acc dualαὑτό, ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: neut acc sg——————αὗται, οὗτοςthis: fem nom /voc pl——————αὐτά, αὐτόςself: neut nom /voc /acc plαὐτά̱, αὐτόςself: fem nom /voc /acc dualαὐτά̱, αὐτόςself: fem nom /voc sg (doric aeolic)αὐτό, αὐτόςself: neut nom /voc /acc sgαὐτέ, αὐτόςself: masc voc sgαὐταί, αὐτόςself: fem nom /voc pl -
19 αύτ'
αὖτε, αὖτεagain: indeclform (adverb)——————αὗται, οὗτοςthis: fem nom /voc pl——————αὑτά, ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: neut acc plαὑτά̱, ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: fem acc dualαὑτό, ἑαυτοῦStadtrecht von Gortyn: neut acc sg——————αὐτά, αὐτόςself: neut nom /voc /acc plαὐτά̱, αὐτόςself: fem nom /voc /acc dualαὐτά̱, αὐτόςself: fem nom /voc sg (doric aeolic)αὐτό, αὐτόςself: neut nom /voc /acc sgαὐτέ, αὐτόςself: masc voc sgαὐταί, αὐτόςself: fem nom /voc pl -
20 αὐτός
1 emphatic adj., himself, herselfa nom.,Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο O. 2.48
ἐπεὶ πολιᾶς εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν O. 7.62
αὐτὸς ὑπαντίασεν, Τυροῦς ἐρασιπλοκάμου γενεά P. 4.135
ἀπαθὴς δ' αὐτὸς πρὸς ἀστῶν P. 4.297
χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.56
δέος πλᾶξε γυναῖκας · καὶ γὰρ αὐτὰ ὅμως ἄμυνεν N. 1.50
τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι N. 4.91
ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54
“εἰ μὲν αὐτὸς Οὔλυμπον θέλεις λτ;ναίειν>” N. 10.84 τετράτῳ δ' αὐτὸς ἐπεδάθη fr. 135.b c. subs.αὐτὰ δέ σφισιν ὤπασε τέχναν Γλαυκῶπις O. 7.50
οἱ αὐτὰ Ζηνὸς παῖς ἔπορεν O. 13.76
Ἰάσων αὐτὸς P. 4.169
Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213
θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας P. 11.31
ἀγάλματ' ἐπ αὐτᾶς βαθμίδος ἑσταότ N. 5.1
ἀνὰ δ' αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν (Ceporinus: αὐτὸν codd.) N. 9.8c c. pron.κατὰ γαἶ αὐτόν τε νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν O. 6.14
δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ αὐτόν τέ νιν P. 12.6
d c. reflex. pron. [κόρῳ δ' ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον, τάν οἱ πάτηρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον (codd.: ἅν τοι Fennel: ἅν οἱ Hermann) O. 1.57] ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς (v. Trypho, fr. 34 de Velsen; Schwyz. 2. 198 (θ)) fr. 163.2 reflex. pron.ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76
καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53
χρὴ δὲ κατ' αὐτὸν αἰεὶ παντὸς ὁρᾶν μέτρον P. 2.34
διδοῖ ψᾶφον περ' αὐτᾶς (sc. δρῦς) P. 4.265 “ ταὶ δ' ἐπιγουνίδιον θαησάμεναι βρέφος αὐταῖς” ( αὐγαῖς coni. Bergk e Σ paraphr.) P. 9.62 τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτοῦ, τοσαῦτα codd. Theocriti: τὸ σαυτῷ Ahrens) fr. 97.3 him, her, it pers. pron.ἄταν ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον O. 1.57
ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73
ἤδη γὰρ αὐτῷ διχόμηνις ὅλον ὀφθαλμὸν ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19
ἔδοξεν γυμνὸς αὐτῷ κᾶπος ὀξείαις ὑπακουέμεν αὐγαῖς ἀελίου O. 3.24
ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις O. 3.40
χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27
δύο δὲ γλαυκῶπες αὐτὸν ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.45
Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49
νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων (sc. ἐστί) O. 8.65αὐτούς τ' ἀέξοι καὶ πόλιν O. 8.88
σύνδικος δ' αὐτῷ Ἰολάου τύμβος O. 9.98
γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3
Τιρύνθιον ἔπερσαν αὐτῷ στρατὸν O. 10.32
δύο δ' αὐτὸν ἔρεψαν πλόκοι σελίνων O. 13.32
τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ αὐτῶν ἔοικεν ἤδη πάροιθε λελέχθαι O. 13.101
Σικελία τ' αὐτοῦ πιέζει στέρνα P. 1.19
δόλον αὐτῷ θέσαν Ζηνὸς παλάμαι P. 2.39
καιομένα δ' αὐτῷ διέφαινε πυρά P. 3.44
“ πεύθομαι δ' αὐτὰν ἐναλίαν βᾶμεν” P. 4.38ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω P. 4.67
ἐκ δ' ἄῤ αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκρυα γηραλέων γλεφάρων P. 4.121
αὐτοὺς Ἰάσων δέγμενος P. 4.128
“τὰ μὲν λῦσον, ἄμμιν μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόν” P. 4.155κάρυξε δ' αὐτοῖς P. 4.200
τελευτὰν κεῖνος αὐταῖς ἡμιθέων πλόος ἄγαγεν P. 4.210
Ἑλλὰς αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν δονέοι P. 4.218
κλέψεν τε Μήδειαν σὺν αὐτᾷ (αὐτῷ Σ̆{γρ}. σὺν τῇ Μηδείᾳ θελούσῃ καὶ ἐνεργούσῃ) P. 4.250 πότμου παραδόντος αὐτόν (sc. πλοῦτον) P. 5.3ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσε P. 9.118
ὁ Παρνάσσιος αὐτὸν μυχὸςἀνέειπεν P. 10.8
ὁχάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ (Tricl. e Σ: αὐτοῖς codd.) P. 10.27ἔνεπεν· αὐτὸν μὰν σεμνὸν αἰνήσειν νόμον N. 1.69
δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν ἐγ γένος αὐτῷ N. 4.68
πέταται δ' ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας τηλόθεν ὄνυμ αὐτῶν N. 6.49
εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι (i. e. τὸ τῆς γειτνιάσεως ἀγαθόν) N. 7.89θεὸς ἔντυεν αὐτοῦ θυμὸν αἰχματὰν ἀμύνειν λοιγὸν Ἐνυαλίου N. 9.36
νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις, Δωρίων αὐτῷ στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν ἀναδεῖσθαι σελίνων I. 2.15
ἐπεί τοι οὐκ ἐλινύσοντας αὐτοὺς ἐργασάμαν I. 2.46
αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37
ἄνδωκε δ' αὐτῷ φέρτατος οἰνοδόκον φιάλαν I. 6.39
ἦ γὰρ [α]ὐτῶν μετάστασιν ἄκραν[θῆ]κε (Π̆{S}: ἀνδρ[ῶν] Π̆{ac}) Δ. 4. 40. τρεχέτω δὲ μετὰ Πληιόναν, ἅμα δ' αὐτῷ κύων fr. 74. φοινικορόδοις δἐνὶ λειμώνεσσι προάστιον αὐτῶν Θρ.. 3. κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν δώδεκ, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190. ]τ' ἐς αὐτόν[ Δ. 4f. 6.4 ὁ αὐτός v. ὁ C. 7.
См. также в других словарях:
αὐτά — αὐτός self neut nom/voc/acc pl αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc/acc dual αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὑτά — ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn neut acc pl αὑτά̱ , ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn fem acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὐτᾷ — αὐτός self fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὑτᾷ — ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀυτά — ἀϋ̱τά̱ , ἀυτή cry fem nom/voc/acc dual ἀϋ̱τά̱ , ἀυτή cry fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὐτ' — αὐτά , αὐτός self neut nom/voc/acc pl αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc/acc dual αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc sg (doric aeolic) αὐτό , αὐτός self neut nom/voc/acc sg αὐτέ , αὐτός self masc voc sg αὐταί , αὐτός self fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὔθ' — αὐτά , αὐτός self neut nom/voc/acc pl αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc/acc dual αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc sg (doric aeolic) αὐτό , αὐτός self neut nom/voc/acc sg αὐτέ , αὐτός self masc voc sg αὐταί , αὐτός self fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὔτ' — αὐτά , αὐτός self neut nom/voc/acc pl αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc/acc dual αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc sg (doric aeolic) αὐτό , αὐτός self neut nom/voc/acc sg αὐτέ , αὐτός self masc voc sg αὐταί , αὐτός self fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καὐτά — αὐτά , αὐτός self neut nom/voc/acc pl αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc/acc dual αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ωὐτά — αὐτά , αὐτός self neut nom/voc/acc pl αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc/acc dual αὐτά̱ , αὐτός self fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αὕθ' — αὑτά , ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn neut acc pl αὑτά̱ , ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn fem acc dual αὑτό , ἑαυτοῦ Stadtrecht von Gortyn neut acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)